Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016

ANNA AXMATOBA

ΑΗΗΑ ΑΧΜΑΤΟΒΑ
ANNA AKHATOVA
Anna Achmatova
Άννα Αχμάτοβα
(Οδησσός, Ουκρανία 23/6/1889-Ντομοντέντοβο 5/3/1966)
     Κυριακή του Ασώτου σήμερα, και σαν άσωτος υιός της ποίησης, διαβάζοντας το Τριώδιο αυτό, Ρώσους ποιητές και συγγραφείς, θέλησα να μεταφέρω εδώ, χωρίς δικές μου μακροσκελής αναλύσεις, τα ποιήματα και τις σκέψεις άλλων μεταφραστών και ποιητών για την ημερολογιακής υφής αυτή «θεολογική» ή μάλλον υπαρξιακή ποίηση της ρωσίδας ποιήτριας Άννα Αχμάτοβα. Μιας γυναίκας που έζησε συνεχώς μέσα στην αριστοκρατική πτώση της, εξαιτίας των διώξεων και των απαγορεύσεων εκ μέρους των κόκκινων συμπατριωτών της. Η ίδια η Αχμάτοβα, αν εξαιρέσουμε την πρώτη νεανική της περίοδο, δεν εγκατέλειψε ποτές την πατρίδα της, έμεινε στην πατρώα γη, δέσμια των ονείρων και εφιαλτών της. Υπερήφανη μέσα στην φτώχια της, σιωπηλή μέσα στον τρόμο της, συναισθηματική μέσα στους έρωτές της, μητέρα ντολορόζα, στάθηκε στωική απέναντι στις προσωπικές της κακουχίες. Στην ποίησή της διαθλάται ο πόνος της ρώσικης ψυχής την περίοδο εκείνη, αλλά και το ανεξάρτητο πνεύμα της ρώσικης εσωτερικής δύναμης. Ασυμβίβαστη ως γυναίκα, ελεύθερη ως προσωπικότητα, χειραφετημένη ερωτική φυσιογνωμία, η φωνή της είναι η σιγανή μνήμη των ποιητών που διώχθηκαν την εποχή εκείνη και κυνηγήθηκαν αδίκως από το Σταλινικό καθεστώς και τους επιγόνους του. Είναι η ταυτότητα της παράδοσης της μεγάλης Ρωσίας, που αναζητούσε κατανόηση και εγκαρτέρηση από τα γιεζόβσικα τρομοκρατικά επακόλουθα της επαναστατικής τρομοκρατίας. Η ποίησή της, μας παρέχει ένα πανόραμα σιωπηλής και ενστικτώδους ψυχικής πολυμορφίας. Όπως τα αρχαία επιγράμματα, έτσι και τα ποιήματα της Αχμάτοβα, μας αφήνουν τα σιωπηρά αλλά ελπιδοφόρα ίχνη ενός κόσμου που επέζησε παρά τις αλλεπάλληλες ιστορικές διώξεις. Τα κενά του ποιητικού της λόγου, συμπληρώνουν την φωνή της που διστάζει να πει με ελευθερία αυτό που επιθυμεί. Ποιήματα ημερολογιακές αφηγήσεις, σαν και αυτές που λένε οι παλαιές αριστοκράτισσες μπάμπουσκες της ρώσικης παράδοσης, διατηρώντας τον πολιτισμό της ρώσικης παράδοσης ανέπαφο από τα μελανά σημεία όποιας μορφής τρομοκρατίας, μέσα στην ιστορική της πορεία. Διατηρώντας ακμαίο το πεπρωμένο ενός λαού, που υπέφερε βαθιά και συγκλονιστικά, με υπομονή και διαρκή αυτοπεποίθηση, μυστικά, για το δίκαιο της πίστης του και της αρχέγονης παράδοσής του.
Δεν θέλησα τον ξένο ουρανό,
δεν θέλησα φτερούγες ξένες,
ήμουν με το δικό μου τον λαό
στις δύστυχες εκείνες μέρες.
1961    
ΕΡΓΑ
• Τα Εκατόχρονα από τη Γέννησή της, απόδοση: Ελένη Δημητρίου, εκδ. Αθήνα 1989
Σαν Πρόλογο
Εκείνα τα φοβερά χρόνια της ασύδοτης τρομοκρατίας του Γιεζώφ πέρασα δέκα επτά μήνες σε ουρές έξω από τις φυλακές στο Λένινγκραντ.
Έτυχε μια φορά κάποιος να με «αναγνωρίσει». Τότε μια γυναίκα με χείλη μπλάβα που στεκόταν πίσω μου και που σίγουρα ποτέ της δεν είχε ακούσει το όνομά μου, συνήλθε από το μαρμάρωμα, που μας κατείχε όλους την εποχή εκείνη και με ρώτησε ψιθυριστά στ’ αυτί (εκεί, τότε όλοι μιλούσαν ψιθυριστά):
-Αυτό εδώ μπορείτε να το περιγράψετε;
Κι’ εγώ είπα:
-Μπορώ.
Τότε κάτι σαν χαμόγελο γλύστρησε πάνω σ’ εκείνο, που κάποτε ήταν το πρόσωπό της.
1η Αυγούστου 1957
Λένινγκραντ
ΜΙΑ ΑΝΑΜΝΗΣΗ
Σαν άσπρη πέτρα μέσα στο πηγάδι,
Μεσ’ στην ψυχή μου μι ανάμνηση μιλά.
Να την ξεχάσω δεν μπορώ, δεν θέλω:
Είναι η οδύνη μου και η χαρά.
Νομίζω, όποιος θα με πλησιάσει,
Μέσα στα μάτια μου, αμέσως θα το δει
Πιο λυπημένος, σκεπτικός θα γίνει,
Ακούγοντας μια θλιβερή φωνή.
• Ρέκβιεμ-Pekeuem,  δίγλωσση έκδοση. Μτφ. Άρης Αλεξάνδρου. Ιωσήφ Μπρόντσκι, Η οδυρόμενη μούσα, μτφ. Θεόδωρος Άδραστος, εκδ. Υπερίων 1998
(η δημοσίευση της ελληνικής μετάφρασης του Ρέκβιεμ του Άρη Αλεξάνδρου, μας παραχωρήθηκε ευγενικά από την Καίτη Δρόσου, την οποία και θερμά ευχαριστούμε)
Έχω δουλέψει μια ολόκληρη ζωή σαν επαγγελματίας μεταφραστής-πάνω από τριάντα χρόνια. Μου ‘τυχε να μεταφράσω και ποιήματα για δική μου ευχαρίστηση, προσπαθώντας να τα μεταγράψω στα ελληνικά. Ωστόσο, ποτέ ως τώρα δε μου ‘τυχε να δουλέψω ένα ξένο κείμενο με τόση αγάπη (με τόσο πόνο και οργή θα έπρεπε να πω) όσο το Ρέκβιεμ της Άννας Αχμάτοβα. Ξέρω καλύτερα από κάθε άλλον ότι πρόκειται για μια κατά προσέγγιση απόδοση. Ελπίζω πως θα βρεθεί κάποιος άλλος, αξιότερός μου, που θα επιχειρήσει και θα πετύχει μια ακριβέστερη μεταφορά στη γλώσσα μας-ή μάλλον θα ξαναγράψει το ποίημα, γιατί τα ποιήματα ξαναγράφονται, δεν μεταφράζονται-με περισσότερο πόνο και εντονότερη οργή»
Άρης Αλεξάνδρου, σελίδα 8
Εύστοχη η επισήμανση αυτή του συγγραφέα και μεταφραστή από τα Ρώσικα Άρη Αλεξάνδρου, δεύτερου συζύγου της ποιήτριας Καίτης Δρόσου. Τα ποιήματα ξαναγράφονται, δεν μεταφράζονται με περισσότερο πόνο και οργή, θα προσέθετα και πολύ μεγάλη αγάπη, ακόμα και αν είναι κανείς επαγγελματίας μεταφραστής. Πάντως, αν δει ποιους ποιητές ο Άρης Αλεξάνδρου μεταφράζει στις 27 μεταφραστικές του επιλογές στον τόμο «Διάλεξα» θα κατανοήσει βαθύτερα τις σκέψεις του αυτοεξόριστου συγγραφέα και μεταφραστή. Από την μεσαιωνική μπιλίνα, Ο Σάτκο κι ο ρήγας της θάλασσας σελίδα 9 ως τον Άγνωστο; Ποιητή και την Ωδή στους δικαστάδες του περού, σελίδα 131. Όλες του σχεδόν οι μεταφραστικές εργασίες, βρίσκονται σε μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, έχουν κάτι το αδιόρατο «συγγενικό». Φωνές που κατά κάποιον τρόπο, αν και ανήκουν σε διαφορετικές χώρες και πατρίδες, συνομιλούν μεταξύ τους, με έναν ιδιαίτερο ποιητικό τρόπο, ή τουλάχιστον θεωρώ κατά την γνώμη μου, ότι συνομιλούν μεταφραστικά.
Και από την μελέτη του ποιητή Ιωσήφ Μπρόντσκι, μερικά ενδιαφέροντα:
«Η Αχμάτοβα είναι η ποιήτρια των αυστηρών μέτρων, των ακριβών ομοιοκαταληξιών και των μικρών προτάσεων. Η σύνταξή της είναι απλή και ελεύθερη από δευτερεύουσες προτάσεις, οι γνωμικές περιπλοκές των οποίων είναι χαρακτηριστικές για ένα μεγάλο μέρος της ρωσικής λογοτεχνίας, πραγματικά η σύνταξή της μοιάζει, στην απλότητά της, με την αγγλική. Από την απαρχή της λογοτεχνικής της καριέρας ως το τέλος ήταν πάντα απόλυτα διαυγής και κατανοητή…» και «Η μεγάλη λογοτεχνία του παρελθόντος δεν συντρίβει την υπερηφάνεια κάποιου μόνο με την ποιότητα της, αλλά και με τη θεματική της προτεραιότητα…»
Σελίδες 44 και 47
3
Όχι δεν υποφέρω εγώ, μα κάποιος άλλος.
Εγώ δεν θα το άντεχα. Κι αυτό που έχει συμβεί,
ας το καλύψουν οι μαύρες οθόνες
κι ας πάρει κάποιος τα φανάρια….
Νύχτα.
ΣΤΑΥΡΩΣΗ
Μη θρηνείς δι’ εμέ, Μήτερ,
Ότι εν τάφω κείμαι.
Ι
Χορός αγγέλων δόξασε την υπερούσια μέρα
Και ανεώχθης εν πυρί, ω ουρανέ.
Ίνα τι με εγκατέλιπες, εκραύγασε προς τον πατέρα
Και στη μητέρα του είπε: Μη θρηνείς δι’ εμέ.
ΙΙ
Η Μαγδαληνή θρηνούσε και χτυπιόταν
πέτρα απόμεινε ο καλός του μαθητής,
μα τη μάνα του που αμίλητη στεκόταν
δεν ετόλμησε να την κοιτάξει ουδείς.
1940-1943    
• Ρέκβιεμ- Pekbnem εισαγωγή-μετάφραση από τα Ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης, επιμέλεια: Ντίνα Σαμοθράκη, εκδ. Αρμός 2007
1
Το χάραμα σε πήρανε
Κι έτρεξα πίσω σου το ξόδι
Στην κάμαρα τη σκοτεινή κλαίγαν παιδιά
Και στο εικόνισμα μπροστά στάζαν τα κεριά.
Έμεινε η ψύχρα της εικόνας πάνω στα χείλη σου
Τον θάνατο θυμίζουν… Δεν ξεχνώ!
Σαν τις γυναίκες των Στρελτσί
Σιμά στους πύργους του Κρεμλίνου
Ουρλιάζοντας θα σε θρηνώ.
1935
«Την αποκάλεσαν «Αστέρι του Βορρά», παρόλο που γεννήθηκε στην Μαύρη Θάλασσα. Έζησε ζωή μακρά και γεμάτη, έζησε πολέμους, επαναστάσεις, απώλειες και λίγες στιγμές ευτυχίας. Την γνώριζε όλη η Ρωσία, μα υπήρξαν και εποχές που το όνομά της ήταν απαγορευμένο. Ήταν μια μεγάλη ποιήτρια με ρώσικη ψυχή και ταταρικό επίθετο. Η Αυτού μεγαλειότης, η Άννα Αχμάτοβα».
Σελίδα 7 από την εμπεριστατωμένη και κατατοπιστική εισαγωγή του μεταφραστή Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη.
Οι μεταφράσεις του κυρίου Τριανταφυλλίδη είναι εξαιρετικές, καθώς και οι παρατηρήσεις τουη για το έργο της Αχμάτοβα.
• Ποιήματα, απόδοση Γιάννης Αντιόχου, εκδ. μικρή Άρκτος 2008
Μια καλαίσθητη και θερμής οικειότητας έκδοση του έργου της Άννας Αχμάτοβα από τις εκδόσεις Μικρή Άρκτος του Παρασκευά Καρασούλου, με απόδοση των ποιημάτων από τον Γιάννη Αντιόχου, σε σχεδιασμό της έκδοσης από τους Ανδρέα Γεωργιάδη και Παναγιώτη Σπηλιώτη, σε επιμέλεια της Ευτυχίας Παναγιώτου και της Γιώτας Καραγιάννη. Περιέχει κατατοπιστική εισαγωγή, απαραίτητο χρονολόγιο, το ΡΕΚΒΙΕΜ, τα Ποιήματα χωρίς Ήρωα, τις Ελεγείες του Βορρά και σχετικές σημειώσεις των για τα έργα. Στις 192 σελίδες του όμορφου αυτού βιβλίου, χαίρεται ο έλληνας αναγνώστης τόσο την συλλογή Ρέκβιεμ όσο και τις άλλες συλλογές της ποιήτριας, που μεταφράζονται μάλλον για πρώτη φορά σε αυτή την έκταση.
18
Άσε τον απεσταλμένο του απόμακρου εκείνου αιώνα,
Τον από το ενύπνιο βγαλμένο του Ελ Γκρέκο.
Να εξηγήσει δίχως λέξεις σε μένα,
Μ’ ένα μοναδικό θερινό χαμόγελο,
Απαγορευμένη γιατί ήμουνα γι’ αυτόν
Απ’ τις επτά θανάσιμες αμαρτίες πιο πολύ.
--
Κι αργότερα οι καταδότες εμφανίστηκαν.
Ήταν πολλοί και έμοιαζαν
Οι πιο ευγενικοί, οι πιο συγκρατημένοι, οι πιο σεμνοί.
Με πόση διακριτικότητα, με πόση ικανότητα
Και με πόση… μα με πόση… με περιποιήθηκαν.
1958   
• Ρέκβιεμ,-Πέντε ποιήματα, μτφ. Άρης Αλεξάνδρου, εισαγωγή: Sophie Benech, μετάφραση από τα γαλλικά: Σοφία Διονυσοπούλου. επίμετρο: Γιώργος Κοροπούλης, Σημειώματα της Καίτης Δρόσου (από τον τόμο Άρης Αλεξάνδρου, Διάλεξα), Σημείωμα για τον μεταφραστή Άρη Αλεξάνδρου, εκδ. Άγρα 2011
«Η φωτεινή αυτή περίοδος διακόπτεται ξαφνικά το 1946, ύστερα από τη «διακήρυξη του Ζντάνοφ», με την οποία ξεκινά την σφοδρή εκστρατεία εναντίον πολλών συγγραφέων, στους οποίους συγκαταλέγονται η Αχμάτοβα και ο Ζοστσένκο. Τα τυπωμένα αντίτυπα από το Έβδομο βιβλίο της, που είναι έτοιμα να κυκλοφορήσουν καταστρέφονται. «Το έβδομό μου είναι σχεδόν πεθαμένο, βουβό, με το στόμα να χάσκει, σφιγμένο, σαν μάσκα τραγωδίας, με μαύρες μουντζούρες, παραγεμισμένο ξεραμένη λάσπη…»
    Από αυτή τη στιγμή, καθώς της απαγορεύεται να εκδίδει, ενώ παράλληλα διαγράφεται από την Ένωση Συγγραφέων, γίνεται εκ νέου στόχος σφοδρών επιθέσεων από τον Τύπο, που την κατηγορεί για «αποστάτρια» και «αστή-αριστοκράτισσα εστέτ, ζημιογόνο στην εκπαίδευση της νεολαίας». Της προσάπτουν «νοσηρό και αντιδραστικό σκοταδισμό». Τούτη η νέα δυσμένεια θα κρατήσει αρκετά χρόνια. Το 1949 συλλαμβάνουν ξανά τον γιό της Λέβ (ο οποίος θα απελευθερωθεί το 1956), αλλά και τον Πούνιν, που θα πεθάνει σε στρατόπεδο….»
Από την εισαγωγή της Sophie Benech, σελίδα 17.
• Στην άκρη της θάλασσας, μτφ. Από τα ρώσικα Ασπασία Λαμπρινίδου, εκδ. poema..2013
Ι
Χαμηλά την ακτή ψαλιδίσαν οι κόλποι,
Πανιά πολλά στανοιχτά αρμενίζαν,
Κι εγώ στέγνωσα τααλμυρά μου μαλλιά
Σε βράχο πλατύ, από τη στεριά ένα μίλι.
Ένα πράσινο ψάρι γλιστρούσε σε μένα,
Ένας άσπρος γλάρος σε μένα πετούσε,
Κι ήμουνα τολμηρή και χαρούμενη, ήμουν αγρίμι,
Και διόλου δεν ήξερα πως αυτό είναι ευτυχία.
Το κίτρινο φουστάνι μου έθαβα στην άμμο.
Μην το πάρει ο αέρας, μην το κλέψει ο αλήτης,
Και στη θάλασσα ανοιγόμουν και ξάπλωνα
Στα ζεστά σκοτεινά κύματά της.
Όταν γύριζα αναβόσβηνε κιόλας
Από τα ανατολικά το φως του φάρου,
Κι ο καλόγερος στης Χερσονήσου την πύλη
Με ρωτούσε: «Που γυρνάς μες στη νύχτα
*Η αποκατάσταση για την Άννα Αχμάτοβα ήρθε σταδιακά, στα χρόνια που ακολούθησαν τον θάνατο του Στάλιν (1953). Ωστόσο, παρά την χαλάρωση των μέτρων εναντίον της, δεν γίνονταν εκδόσεις νέων έργων της και εξακολουθούσε να αντιμετωπίζει τη λογοκρισία. Έργο της ωριμότητάς της θεωρείται το Ποίημα χωρίς ήρωα, που το επεξεργαζόταν έως τον θάνατό της. Την τελευταία δεκαετία της ζωής της η φήμη της ως μεγάλης Ρωσίδας ποιήτριας είχε πλέον εδραιωθεί και άρχισε να απολαμβάνει τιμές, τόσο στην πατρίδα της όσο και στο εξωτερικό. Πέθανε από καρδιακή προσβολή στις 5 Μαρτίου 1966 σε σανατόριο στη Μόσχα. 
Anno Domini MCMXXI,εισαγωγή-μτφ. Από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης, εκδ. s@mizdat 2014
Η φωνή της μνήμης
Ω, και να ‘ξερα όταν η λευκοντυμένη
Μούσα θα ρθει στο φτωχικό μου σπίτι,
Την λύρα τη νεκρή για πάντα
Τα ζωντανά μου δάχτυλα ν’  αγγίξουν.
Ω, και να ΄ξερα, σαν έπαιζα μ’ αυτήν
Την τελευταία αντάρα της ψυχής,
Ότι θρηνώντας γοερά, τα μάτια θε’ να κλείσω
Του άριστου παλικαριού.
Ω, και να ‘ξερα, πως με την επιτυχία,
Την θαυμαστή την μοίρα μου, σε κίνδυνο την βάζω
Πως σύντομα οι άνθρωποι σαρκαστικά γελώντας
Θα κοροϊδέψουνε την προσευχή μου πριν πεθάνω.
•Αγριόχορτο, εισαγωγή-μτφ. Από τα ρωσικά Δημήτρης B.Τριανταφυλλίδης, εκδ. s@mizdat 2014
ΑΓΡΙΟΧΟΡΤΟ
Μάταια τον περίμενα χρόνια πολλά.
Ο χρόνος ήταν σα νυσταγμός.
Ανέτειλε όμως το άσβεστο φως
Πριν τρία χρόνια του Λαζάρου το Σάββατο.
Η φωνή μου έσπασε και σώπασε-
Χαμογελώντας στεκόταν μπροστά μου ο μνηστήρας.
Και έξω από το παράθυρο ο λαός με κεριά
Ήρεμα προχωρούσε. Ω, εσπέρα ευσεβής!
Έτριζε ελαφρά ο ανοιξιάτικος λεπτός πάγος,
Και πάνω από του όχλου τη φωνή, το καμπαναριό
Σαν παραμυθία δυνατή, ηχούσε
Και το αμύρο αγέρι κουνούσε τις φλόγες….
• Ελεγείες του Βορρά, μτφ. Από τα ρώσικα Ασπασία Λαμπρινίδου, εκδ. poema2014
ΕΒΔΟΜΗ
«Σωπαίνω εγώ, σωπαίνω τριάντα χρόνια.
Των αρκτικών πάγων η σιωπή
Γύρω μου αμέτρητες νύχτες στέκει
κι αυτή θα σβήσει το κερί μου.
Έτσι σωπαίνουν οι νεκροί, μα αυτό είναι ευνόητο
κι όχι τόσο φριχτό….
Παντού ακούγεται η σιωπή μου,
την αίθουσα γεμίζει του δικαστηρίου,
και τη βουή την ίδια θα μπορούσε να σκεπάσει
της φήμης, και σαν θαύμα
τη σφραγίδα της σε κάθε τι αφήνει.
Σε όλα έχει μερίδιο Θεέ μου!
Αυτόν τον ρόλο ποιος να ‘χε σκεφτεί για μένα;
Με κάποιον άλλον λίγο να ‘μοιαζα
Κύριε!- μόνο μια στιγμή να μ’ άφηνες.
…..
Κι αφού το κώνειο το ΄πια
γιατί, λοιπόν, δεν πέθανα
όπως θα ταίριαζε-την ίδια εκείνη ώρα;
Όχι σ’  αυτόν που αναζητά ετούτα τα βιβλία,
που τα ‘κλεψε, που να ‘ντυσε ίσως,
που τα κουβαλά σαν κρυφές αλυσίδες,
που κράτησε την κάθε συλλαβή στη μνήμη
Όχι, δεν πετάει σ’ αυτόν τ’ όνειρό μου
ούτε την ευλογία μου θα του δώσω,
αλλά μόνο σε κείνον που τόλμησε
σε λάβαρο να υψώσει τη σιωπή μου,
και που έζησε μαζί της, και την πίστεψε,
που μέτρησε τούτη τη ζοφερή την άβυσσο….   
• Τρεις ποιητικοί κύκλοι. Τα μυστικά της τέχνης-Στην ακροθαλασσιά- Στης γης τους δρόμους, εισαγωγή-μτφ. Από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης, εκδ. s@mizdat 2014
4
Του αγνότατου ήχου
Η ύψιστη εξουσία
Σαν ήταν χωρισμός
Χόρτασε κατά κόρον
Γνώριμα κτίρια
Από το θάνατο κοιτάζουν-
Και θα γίνει η συνάντηση
Εκατό φορές πιο θλιμμένη
Απ’ όλα όσα συνέβησαν
Κατά καιρούς σ’ εμε΄να…
Ως πρωτεύουσα σταυρωμένη
Στο σπίτι μου πηγαίνω.
• Τα 3Μ. Μαντελστάμ-Μοντιλιάνι-Μπλοκ, εισαγωγή-μτφ. Από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης, εκδ. s@mizdat 2015
Ο Οσίπ Μαντελστάμ (1891-1938) ήταν ο ποιητής με τον οποίο η Αχμάτοβα «συνομιλούσε» διαρκώς καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της. Τόσο το έργο του, όσο και το τραγικό του τέλος, στοίχειωναν την ποιήτρια μέχρι το τέλος της ζωής της. Μέσα από τις λίγες σελίδες των αναμνήσεών της, μας δίνει ένα πανόραμα  της εποχής, των ανθρώπων, των αισθημάτων, αλλά του ζόφου της σταλινικής τρομοκρατίας, ο Μολώχ της οποίας έδειχνε ακόρεστη όρεξη καταβροχθίζοντας ολόκληρες γενιές.
Ο Αλεξάντερ Μπλοκ (1880-1921) ο πατέρας του ρώσικου συμβολισμού, ήταν για την Αχμάτοβα το μέτρο για την ίδια, αλλά και ο στόχος που έπρεπε να ξεπεράσει, για να κατακτήσει μια θέση στο πάνθεον της ρώσικης ποίησης. Μετρούσε τη γνώμη του, τον θαύμαζε, ήθελε την εύνοιά του. Μελετούσε το έργο του, εμπνεόταν από αυτό, είχε ένα ιδιόμορφο «διάλογο» μαζί του.
Ο Αμαντέο Μοντιλιάνι (1884-1920) ιταλός ζωγράφος και γλύπτης, ήταν ένας από τους μεγάλους έρωτες της ποιήτριας, μια από εκείνες τις συναντήσεις που καθόρισαν την ζωή και το έργο της. Γνωρίστηκαν κατά τη διάρκεια του μήνα του μέλιτος της Αχμάτοβα με τον πρώτο σύζυγό της, Νικολάι Γκουμιλιόφ, στο Παρίσι. Από εκείνη τη συνάντηση μας κληροδοτήθηκε η ποιητική της συλλογή Ροζάριο αλλά και τα σκίτσα του μεγάλου τεχνίτη του χρωστήρα. Η συνάντηση των δύο αυτών μεγάλων μορφών της πανανθρώπινης τέχνης του 20ου αιώνα, έγινε την παραμονή του αιματοκυλίσματος του Α΄ Παγκόσμιου πολέμου, που άφησε ανεξίτηλα σημα΄δια στην ιστορία προσώπων και κοινωνιών.
Από την εισαγωγή του μεταφραστή Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη.
Οι ημερολογιακές αυτές σημειώσεις της ποιήτριας Άννας Αχμάτοβα, είναι πολλαπλά ενδιαφέρουσες. Σε αυτές μας μιλά, σε πρώτο επίπεδο, για τις συναντήσεις και τις συναναστροφές της με τα παραπάνω πρόσωπα, τις δυσκολίες, τις διώξεις, τις εξορίες, και τους θανάτους, των φίλων και δικών της προσώπων την παρατεταμένη περίοδο, και την ακμή της Σταλινικής τρομοκρατίας, είτε μιλώντας με καθαρό λόγο, είτε με υπαινικτικό, οι πληροφορίες που μας δίνει η ποιήτρια είναι πολύ σημαντικές για την περίοδο εκείνη. Μια ατμόσφαιρα ζόφου που χάθηκαν όχι μόνο δεκάδες διανοούμενοι, συγγραφείς, ποιητές και καλλιτέχνες, αλλά στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης-τα κόκκινα κρεματόρια- και εκατομμύρια απλοί ρώσοι πολίτες, απλά γιατί κάποιος κομισάριος του κόμματος κατέδιδε διάφορα στοιχεία εναντίον τους. Στρατόπεδα συγκέντρωσης, ψυχιατρικά ιδρύματα, εξορίες σε απομακρυσμένες περιοχές της Σιβηρίας, μη εύρεση εργασίας, διώξεις, δολοφονίες, εξαναγκασμούς σε αυτοκτονίες, καταδίκη του πνευματικού τους έργου, καταστροφή του συγγραφικού τους έργου, πείνα, οικονομική ανέχεια, και άλλα πολλά, σε προσωπικό ή οικογενειακό επίπεδο, από ένα πολιτικό σύστημα, από μια κόκκινη ιδεολογία, από μια λαϊκή επανάσταση, που φιλοδόξησε να αλλάξει τον Κόσμο. Πολύ πριν μας τα περιγράψει ο ρώσος συγγραφέας Αλεξάντερ Σολζενίτσιν, ή μας γίνουν γνωστά από το 20ο συνέδριο του τότε σοβιετικού κομμουνιστικού κόμματος, επί Χρουστσόφ, την δεκαετία του 1960, οι συνειδητοί και ευαίσθητοι ρώσοι πολίτες, κατέγραψαν μέσα στην μνήμη τους, τις μαύρες αυτές σελίδες της ιστορίας τους. Τα ποιήματα της Αχμάτοβα, μας διασώθηκαν, χάρις στη μνήμη δικών της φιλικών προσώπων, μια και, ήταν απαγορευμένα στην πατρίδα της, και απαγορεύονταν η δημοσίευση ποιημάτων της σε ρώσικα έντυπα. Ο γιός της διώχθηκε και εξορίστηκε, ο πρώτος της άντρας επίσης, πολλοί φίλοι της καταδικάστηκαν και κυνηγήθηκαν, άλλοι αυτοκτόνησαν. Η ίδια από τύχη, γλύτωσε την εξορία, ήταν το μαύρο πρόβατο, η απόβλητη, για αρκετές δεκαετίες μέσα στην ίδια της την πατρίδα, από τους κόκκινους αριβίστες ιθύνοντες του τότε καθεστώτος. Τα ποιήματά της, εκδόθηκαν πρώτα στο εξωτερικό-στη Γερμανία, στο Μόναχο-και κατόπιν στην πατρίδα της. Φοβερές ανθρώπινες στιγμές, σκοτεινές στιγμές μέσα στην ανθρώπινη πολιτική και εν γένει ιστορία, σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. Όσον αφορά, αυτή την ιδιαίτερη περίπτωση, του εξαιρετικού Ιταλού ζωγράφου Αμαντέο Μοντιλιάνι, η προσωπική τους συνάντηση, μας στάθηκε τυχερή, μιας και μας έδωσε τα όμορφα σκίτσα και άλλες απεικονίσεις της ποιήτριας. Μιας ρωσίδας Μούσας των πρώτων δεκαετιών του προηγούμενου αιώνα.      
• Ροζάριο, μτφ. Από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης, εκδ. s@ mizdat. Διανομή εκδόσεις Φίλντισι 2015
Την ποίηση, και συγκεκριμένα το Ροζάριο, αυτής της εμβληματικής ρώσικης ψυχής και προσωπικότητας, αναλύει στο εισαγωγικό του σημείωμα ο ποιητής Νικολάϊ Γκουμιλιόφ, στις σελίδες 15 έως 17, του βιβλίου, πέρα από τις εύστοχες σημειώσεις του μεταφραστή.
YETHN
«Ήρθα για να σ’ αλλάξω αδελφή,
Στην μεγάλη του δάσους φωτιά.
Άσπρισαν τα μαλλιά σου. Σε θάμπωσαν
Τα δάκρυα, τα μάτια σου θόλωσαν.
Των πουλιών το τραγούδι δεν ακούς,
Τη μοναξιά, το ξέρω, τη φοβάσαι.
Ήρθα για να σ’ αλλάξω αδελφή
Στη μεγάλη του δάσους φωτιά».
«Για να με θάψεις ήρθες,
Που είναι η τσάπα, που είν’ το φτυάρι;
Μόνο φλογέρα βλέπω πως κρατάς.
Το φταίξιμο σ’ εσένα δε θα ρίξω,
Κρίμα μονάχα που από καιρό
Για πάντα σώπασε η φωνή μου.
Τα ρούχα τα δικά μου φόρεσε
Και τη δική μου ταραχή λησμόνησε
Κι άσε τον άνεμο με τα μαλλιά να παίξει.
Μυρίζεις σαν την πασχαλιά
Δύσκολο δρόμο πήρες,
Μπροστά μου λαμπερή να ‘ρθεις».
Κι εκείνη έφυγε, αφήνοντας
Στη θέση της την άλλη,
Περιπλανιόταν σαν τυφλή
Στο άγνωστο και το στενό
Το μονοπάτι.
Και νόμιζε συνέχεια πως είναι η φωτιά
Κοντά. Πως έχει στο χέρι ένα κουδούνι.
Και είναι αυτή σα λάβαρο λευκό
Και είναι αυτή το φως του φάρου.
24 Οκτωβρίου 1912
Τσάρσκογιε Σελό
Σχετικές Βιβλιογραφικές Πληροφορίες
• Wolfgang Hassner, Anna Achmatowa, Rowohlt Taschenbuch Verlag GmbH, Reinbek bei Hamburg 1998
 Βόλφγκανγκ Χέσνερ, ΑΝΝΑ ΑΧΜΑΤΟΒΑ, Η θυελλώδης ζωή μιας μεγάλης ποιήτριας, μετάφραση Ανίτα Συριοπούλου, απόδοση ποιημάτων Γιάννης Αντιόχου, πρόλογος Μυρσίνη Γκανά, εκδ. Μελάνι 2004
(απαραίτητο βοήθημα, για όσους θέλουν να κατανοήσουν το έργο της Άννας Αχμάτοβα, εξαιρετική μετάφραση, σημαντικές οι παρατηρήσεις  και οι περιγραφές του συγγραφέα)
«…Η περίοδος χάρητος διήρκησε μόνο λίγους μήνες. Τον Αύγουστο του 1945 θα ακολουθούσε ένα νέο κακεντρεχές χτύπημα κατά της υπόληψης της Αχμάτοβα ως ποιήτριας και ως προσωπικότητας. Υπό την προσωπική επίβλεψη του Στάλιν ξεκίνησε μια καμπάνια κατά της Αχμάτοβα και άλλων συγγραφέων και εκδοτών του Λένινγκραντ. Για την επιλογή του Λένινγκραντ υπήρχε μια ιδιαίτερη μικροψυχία, ήταν έκφραση της ανασφάλειας και απέχθειας που πάντα ένιωθε ο Στάλιν απέναντι στη συνήθως κριτικά διακείμενη καλλιτεχνική και επιστημονική ελίτ της χώρας, που είχε την κυρίως έδρα της στο Λένινγκραντ. Η καμπάνια αυτή ξεκίνησε με το ψήφισμα της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης της 14ης Αυγούστου 1946. «Σχετικά με τα περιοδικά έντυπα Ζβέζντα(Svesda) και Λένινγκραντ.
….Βρισιές όπως «χυδαίο κουμάσι», «ανούσια, κακεντρεχής ψυχή», «ξεπεσμένη φυσιογνωμία από κοινωνικοπολιτική και λογοτεχνική άποψη», «κούφιος», «αγύρτης», είχαν στόχο τον γνωστό σατιρικό συγγραφέα και χιουμορίστα. (αναφέρεται στον Μιχαήλ Σοτσένκο 1895- 1958).
Αμέσως μετά ήρθε η σειρά της Αχμάτοβα: «Η Αχμάτοβα είναι η τυπική εκπρόσωπος μιας ποίησης ξένης προς τη φύση του λαού μας, κενής, χωρίς ιδέες. Τα ποιήματά της, εμποτισμένα από το πνεύμα της απαισιοδοξίας και της κατάθλιψης, είναι έκφραση της παλαιάς ποίησης του σαλονιού». Οι γενικόλογες αυτές κατηγορίες κορυφώθηκαν με τη μορφή πως επέδειξε δουλοπρέπεια έναντι της Δύσης και ξενομανία….»
Δες σελίδες 166-197.
Orlando Figes, Ο χορός της Νατάσσας. Μια πολιτιστική ιστορία της Ρωσίας, μτφ. Χρήστος Οικονόμου, φιλολογική επιμέλεια: Γιώργος Μπλάνας, τόμοι 2, Ηλέκτρα 2002
(και στον πρώτο τόμο, αλλά ιδιαίτερα, στον δεύτερο τόμο, «από τον Ντοστογιέφσκι στην ΕΣΣΔ» υπάρχουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την Άννα Αχμάτοβα και την εποχή της. Και οι δύο τόμοι, είναι απαραίτητοι σε αυτούς που ασχολούνται με την Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία, ιδιαίτερα, την Ρώσικη, πριν την οκτωβριανή επανάσταση αλλά και μεταγενέστερα. Σημαντική εργασία)
«Τα πρώτα ποιήματα της Αχμάτοβα ήταν επηρεασμένα από τον συμβολισμό. Το 1913 όμως ακολούθησε τον Μαντελστάμ και τον Γκουμίλιεφ, σε μια νέα λογοτεχνική ομάδα, τους ακμειστές, που απέρριψαν τον μυστικισμό των συμβολιστών και επέστρεψαν στις παραδοσιακές λογοτεχνικές αξίες της νοηματικής ευκρίνειας, της περιεκτικότητας και της επακριβούς απόδοσης των συναισθηματικών εμπειριών. Τα ερωτικά ποιήματα που περιέλαβε στις συλλογές Βραδιά 1912 και Ροζάριο 1914 έγιναν δεκτά με ενθουσιασμό, το απλό και κατανοητό ύφος των ποιημάτων διευκόλυνε την απομνημόνευσή τους, ενώ η γυναικεία φωνή και ευαισθησία τους (αληθινή καινοτομία για τη Ρωσία εκείνης της εποχής) τα έκανε ιδιαίτερα δημοφιλή , κυρίως ανάμεσα στις γυναίκες. Πολλές ποιήτριες έσπευσαν να μιμηθούν το πρώτο ύφος της Αχμάτοβα , γεγονός που η ίδια θα αποδοκίμαζε τα επόμενα χρόνια. Όπως έγραψε στο Επίγραμμα 1958
Δίδαξα τις γυναίκες να μιλούν…
Όμως, Κύριε, πώς να σταματήσω τώρα τα πυρά τους.
Τις παραμονές του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, η Αχμάτοβα είχε φτάσει στο ζενίθ της επιτυχίας. Ψηλή και εντυπωσιακά όμορφη περιστοιχιζόταν από φίλους, εραστές και θαυμαστές. Εκείνη την εποχή η ζωή της ήταν γεμάτη ανεμελιά και διασκέδαση. ….
Ξαφνικά όμως, με το ξέσπασμα του πολέμου, «γίναμε εκατό χρόνια μεγαλύτεροι», όπως έγραψε στο ποίημά της Εις μνήμην, 19 Ιουλίου 1914(1916).
Ζήσαμε χρόνια εκατό
κι έφτασε μόνο μια στιγμή
το καλοκαίρι να χαθεί
και τα χωράφια να γεμίσουνε καπνό.
Άνθισε ο δρόμος ξαφνικά
Θρήνος ασήμι σαν πουλί
Πάρε με, Θεέ μου, ξαφνικά,
Η πρώτη μάχη πριν με βρει.
Βάρος του πάθους οι σκιές
Και το τραγούδι ασήκωτο. Κενή
τώρα η μνήμη μου: γραφές
ολέθριες αραδιάζουν του κόσμου οι Τρανοί.
Μετά την φρίκη του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου και της Ρωσικής Επανάστασης, το οικείο και λυρικό ποιητικό ύφος της Αχμάτοβα έμοιαζε ν’ ανήκει σε άλλο κόσμο. Φαινόταν ξεπερασμένο, έργο μιας εποχής που είχε περάσει ανεπιστρεπτί. Η επανάσταση του Φεβρουαρίου είχε εξαλείψει όχι μόνο τη ρώσικη μοναρχία, αλλά κι έναν ολόκληρο πολιτισμό.
Λίγο μετά την άνοδό τους στην εξουσία, οι Μπολσεβίκοι ξεκίνησαν μια εκστρατεία τρόμου, καλώντας τους εργάτες και τους αγρότες να καταγγέλλουν τους γείτονές τους στα επαναστατικά δικαστήρια και στα τοπικά παραρτήματα της «Τσέκα», της πολιτικής αστυνομίας, για σχεδόν οτιδήποτε μπορούσε να θεωρηθεί «αντεπαναστατική πράξη» απόκρυψη περιουσιακών στοιχείων, συμπεριφορά, με αποτέλεσμα οι φυλακές να γεμίζουν συνεχώς. Τους περισσότερους ανθρώπους που συνέλαβε η «Τσεκά» στα πρώτα χρόνια του σοβιετικού καθεστώτος τους είχαν καταδώσει γείτονές τους, συχνά για λόγους αντεκδίκησης. Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα τρόμου, καμιά πτυχή της ιδιωτικής ζωής δεν έμεινε ανέγγιχτη. Οι άνθρωποι βρίσκονταν κάτω από συνεχή παρακολούθηση και ζούσαν με τον φόβο ότι μπορούσαν να συλληφθούν ανά πάσα στιγμή. Σίγουρα η εποχή δεν προσφερόταν για λυρικά ποιήματα. Πολλοί έσπευσαν ν’ αποκηρύξουν την Αχμάτοβα ως πρόσωπο που ανήκε στο παρελθόν. Οι αριστεροί κριτικοί είπαν ότι η «ιδιωτική» ποίησή της ήταν ασύμβατη με τους νέους συλλογικούς κανόνες. Κάποιοι ποιητές της γενιάς της, όπως ο Παστερνάκ, μπόρεσαν να προσαρμοστούν στις συνθήκες που επέβαλε η επανάσταση, που άλλοι, όπως ο Μαγιακόφσκι, ήταν γεννημένοι γι’ αυτή. Η Αχμάτοβα, όμως προερχόταν από μια κλασική παράδοση που είχε ανατραπεί το 1917, γιαυτό δυσκολευόταν όπως και ο Μαντελστάμ, να συμβιβαστεί με την νέα κατάσταση. Στα πρώτα χρόνια του σοβιετικού καθεστώτος έγραψε ελάχιστα….»           
D. S. Mirsky, A History of  Russian Literature, Ντμίτρι Σβιατοπόλοκ Μίρσκυ, Ιστορία της Ρωσικής Λογοτεχνίας, μτφ. από τα αγγλικά Ιουλιέττα Ράλλη-Καίτη Χατζηδήμου, Ερμής 1977
(από τα πρώτα μελετήματα για την Ρώσικη Λογοτεχνία, που διάβασε η γενιά μου, πριν ανακαλύψει ίσως ακόμα και τους ίδιους τους ρώσους συγγραφείς και ποιητές. Χωρίζεται σε δύο μέρη, έως το 1881-οκτώ κεφάλαια- και μετά το 1881-έξι κεφάλαια. Η τιμή του ήταν τότε, 700 δραχμές. Η μετάφραση της ρώσικης αυτής λογοτεχνίας είναι επίσης καλή, χωρίς σκοτεινά σημεία ή μπουκώματα εννοιών)
«Η πιο διάσημη φυσιογνωμία του «ακμεϊσμού» και της «Συντεχνίας των Ποιητών» είναι η Άννα Αχμάτοβα-ψευδώνυμο που σχεδόν αντικατέστησε το πατρικό της όνομα. Άννα Αντρέγιεβνα-Γκορένκο. Γεννήθηκε στο Κίεβο στα 1889 και στα 1910 παντρεύτηκε τον Γκουμιλιώφ. Οι πρώτοι στίχοι της (1907) δημοσιεύτηκαν στο Παρίσι στο περιοδικό του Γκουμιλιώφ. Στα (1912) κυκλοφόρησε το πρώτο της βιβλίο το «Βράδυ» με πρόλογο του Κουζμίν, αλλά μονάχα οι εκλεκτοί λογοτεχνικοί κύκλοι το πρόσεξαν. Αντίθετα όμως το δεύτερό της βιβλίο «Χάντρες» (1914) συνάντησε τεράστια επιτυχία και η Αχμάτοβα έγινε ξαφνικά διάσημη. Κυκλοφόρησαν πολύ περισσότερες εκδόσεις του βιβλίου αυτού παρά κάθε άλλης ποιητικής συλλογής της νέας σχολής. Το «Άσπρο Σμήνος» δημοσιεύτηκε το 1917 και το “Anno Domini” στα 1922. Όταν χώρισε από τον Γκουμιλιώφ, παντρεύτηκε τον Β. Κ. Σιλέυκα-γνωστό ασσυριολόγο-μα λίγα χρόνια αργότερα πήρε και πάλι διαζύγιο. Η Αχμάτοβα έμεινε στη Σοβιετική Ένωση ύστερα από την Επανάσταση κι έζησε στο Λένινγκραντ. Η επιτυχία της Αχμάτοβας οφείλεται πάνω από όλα στον προσωπικό και αυτοβιογραφικό χαρακτήρα της ποίησής της. Στο καθαρά «αισθητικό» ποιητικό της έργο το αίσθημα αποδίνεται χωρίς συμβολισμό, χωρίς μυστικισμό, απλά και ανθρώπινα. Κύριό της θέμα είναι ο έρωτας, θέμα που το χειρίζεται με ειλικρίνεια και ρεαλισμό. Άλλωστε όλα τα ποιήματά της είναι γεμάτα ρεαλιστικές ζωντανές εικόνες…»    
• Νίκος Καζαντζάκης, Ταξιδεύοντας-Ρουσία, 5η έκδοση, Ελένη Καζαντζάκη 1969.
(στις ταξιδιωτικές του σημειώσεις και σχόλια, ο ταξιδευτής και ακάματος συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης, αναφέρεται στην Ρώσικη Λογοτεχνία, πριν και μετά την ερυθρά επανάσταση. Ο Καζαντζάκης, φαίνεται να έχει διαβάσει τους Ρώσους κλασικούς από γαλλικές ή αγγλικές μεταφράσεις. Με το γνωστό μεγαλο-ιδεατικό ύφος του πνεύματος που συνήθιζε να γράφει ο Κρητικός συγγραφέας, πλάθει σχέδια για την επανάσταση του μέλλοντος του λαού, στην μεγάλη αυτή αχανή μισό ευρωπαϊκή, μισό ασιατική χώρα, μετά την επανάσταση του 1917. Πως το εξέφρασε κάποτε ο μέγας Ναπολέων, «πίσω από κάθε ρώσο κρύβεται και ένας τάταρος-μογγόλος». Οι μελέτες του Νίκου Καζαντζάκη, που ας μην ξεχνάμε, είδε από κοντά τον Λέοντα Τρότσκι, έναν από τους ηγέτες της επανάστασης των μπολσεβίκων, μια και ο Λένιν είχε ήδη πεθάνει όταν επισκέφτηκε την Ρωσία, συμπυκνώθηκαν στην δίτομη ιστορία της ρώσικης λογοτεχνίας που εκδόθηκε το 1930)
• Νίκος Καζαντζάκης, Ιστορία της Ρωσικής Λογοτεχνίας, τόμοι δύο, Ελευθερουδάκης 1930
(Το δίτομο αυτό έργο, που κάποτε αγόρασα, στα νεανικά μου χρόνια πωλούνταν με το κιλό,-150 δραχμές- από το βιβλιοπωλείο του Λαδιά στην Ιπποκράτους. Αυτό το βιβλιορυχείο των εκατοντάδων βιβλίων για όλους τους βιβλιόφιλους της εποχής εκείνης-λίγο πριν αρχίσει η νέα δεκαετία του 1980, της πολιτικής  και κοινωνικής αλλαγής, και, που χωρίς αυτόν τον ζεστό χώρο και τις χαμηλές τιμές των βιβλίων του, βιβλία που οι υπάλληλοι έβαζαν στην ζυγαριά και μας τα πωλούσαν, εμείς οι τότε νέοι, λάτρεις της λογοτεχνίας, δεν θα γνωρίζαμε πολλά πράγματα. Τότε σνομπάραμε αυτήν την ενέργεια του ιδιοκτήτη βιβλιοπώλη, πολύ αργότερα, συνειδητοποιήσαμε την αξία αυτών των ενεργειών της ελληνικής βιβλιοαγοράς. Τότε, οι από φτωχή οικογένεια βιβλιοφάγοι ήσαν πάρα πολλοί, δεν υπήρχαν χρήματα για τέτοιου είδους έξοδα, οι οικονομικές αυτές χειρονομίες, από διάφορους εκδότες-βιβλιοπώλες, ήσαν τα διαφορετικά πολιτιστικά στίγματα που μας βοήθησαν να εμπλουτίσουμε όχι μόνο την βιβλιοθήκη μας, αλλά και να γνωρίσουμε όλο το πεδίο της ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας και ποίησης, της πριν από εμάς εποχής και γενεών. Αξίζει κάποτε, να δοθεί μια διάλεξη, και να μνημονευτούν όλοι οι τότε βιβλιοπώλες της Αθήνας και των περιχώρων, που διέσωσαν για εμάς, της γενιάς του 1980, το τεράστιο αυτό υλικό, και μας το πρόσφεραν σε αυτές τις φτηνές τιμές, πριν αρχίσει η μεγάλη και ακατάσχετη αισχροκέρδεια της κατοπινής βιβλιοαγοράς, από τους μεγαλοεκδότες. Αρκετοί συγγραφείς, τους οφείλουν πάρα πολλά.
Στο δίτομο αυτό έργο, ο Νίκος Καζαντζάκης, οργανώνει τις σκέψεις και τις ιδέες του όσον αφορά την Ρώσικη Λογοτεχνία. Η ματιά του είναι ξεκάθαρη, αν και σε ορισμένα της σημεία, ιδεολογικά χρωματισμένη. Αυτό είναι φυσικό, ιστορικά, μια και η επανάσταση των μπολσεβίκων είχε γεννήσει εκατοντάδες ελπίδες στις καρδιές και συνειδήσεις των ανθρώπων του μεσοπολέμου και μεταγενέστερα, ιδιαίτερα των διανοουμένων. Ανεξάρτητα που οδηγήθηκε το επαναστατικό αυτό πολιτικό πείραμα μεταγενέστερα, τις περιόδους της σταλινικής τρομοκρατίας και στείρας προσωπολατρείας. Γνωρίζουμε, από μεταγενέστερα κείμενα και επιστολές του Νίκου Καζαντζάκη, ότι διαφοροποιήθηκε, από τις απόλυτες επαινετικές του θέσεις όσον αφορά την κόκκινη επανάσταση, αν και ο θαυμασμός του για τον Λένιν παρέμεινε. Οι κρίσεις του Νίκου Καζαντζάκη για τους Ρώσους κυρίως πεζογράφους, είναι πολύ ενδιαφέρουσες ακόμα και στις μέρες μας. Ιδιαίτερα αυτές που αναφέρονται στον Λέων Τολστόι και το έργο του. Αλλά και η όλη σύλληψη και σχεδιασμός της Ρώσικης αυτής Λογοτεχνίας, γραμμένη από έλληνα συγγραφέα, προκαλεί νομίζω ενδιαφέρον και στέκεται ισότιμα δίπλα στις άλλες ιστορίες της Ρώσικης Λογοτεχνίας που γράφτηκαν από διάφορους Ευρωπαίους συγγραφείς και μελετητές. Ο πολυπράγμων και ακάματος αυτός Κρητικός συγγραφέας, δεν έγραψε άλλη Λογοτεχνική Ιστορία, δεν ασχολήθηκε ούτε καν με την Ελληνική. Η επιλογή αυτή του Καζαντζάκη, μας δηλώνει τις συγγενικές του αναφορές και συνομιλίες με τους μεγάλους Ρώσους λογοτέχνες, πριν συστηματοποιηθεί στην Ελληνική επικράτεια, η έρευνα για την Ρώσικη Λογοτεχνία και τους συγγραφείς της. Δεν γνωρίζω, αν υπάρχουν θεωρητικά κείμενα, αθησαύριστα, του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη για τους Ρώσους Λογοτέχνες, και ιδιαίτερα τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι-που τον μετέφρασε-μια που του ταίριαζε μάλλον περισσότερο, η θρησκευτική ατμόσφαιρα και το κλίμα της Ρώσικης εποχής, λόγω ορθοδοξίας, πάντως είναι σίγουρο, πως ο Νίκος Καζαντζάκης, και εδώ, στάθηκε πρωτοπόρος, ακόμα και σε σχέση με τους-τότε- κομμουνιστές ή αριστερούς φιλικά προσκείμενους έλληνες συγγραφείς.
«Η ποιήτρια Άννα Αχμάτοβα, η γυναίκα του Γκουμίλιωφ, είχε εντελώς διαφορετική ιδιοσυγκρασία. Ήσυχη, τρυφερή, εγκάρδια. Από την πρώτη της ποιητική συλλογή «Το βράδυ» (1912)κατάκτησε όχι μονάχα το πιο λαϊκό μα και συνάμα το πιο εκλεκτό κοινό, σε όλα τα σπίτια κ’  έως στα πιο μακρινά χωριά, απάγγελναν τους εύκολους παθητικούς στίχους της. Η έκφραση της Αχμάτοβα είνε απλούστατη, τα λόγια της δεν έχουν καμιά εκζήτηση, οι ρίμες της είναι συνηθισμένες όμως αισθάνεσαι στους απλούς τούτους στίχους μια θερμή καρδιά που χτυπά κι αγαπά τον άνθρωπο και τη γη….»                         
• Marcelle Ehrhard, La Litterature Russe, Press Universitaires de France,
Marcelle Ehrhard, Η Ρώσικη Λογοτεχνία, μετάφραση Σάββας Βασιλείου, Ιωαν. Ν. Ζαχαρόπουλος 1965.
Στην σελίδα 93 και μετά αναφέρεται στους Ακμείστές και τους Φουτουριστές. Ενδιαφέρον βιβλιαράκι, χωρίζει το θέμα του σε χρονικές περιόδους, και θεματικά. Από το Τι πρέπει να ξέρω, νούμερο 73
• ΡΩΣΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΑ
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ
Εισαγωγή-μετάφραση-Σχόλια Γιώργος Μολέσκης, εκδόσεις Μεσόγειος 2004.
Η δίγλωσση αυτή έκδοση περιέχει ποιητές μιας ευρύτερης ρώσικης ποιητικής επικράτειας, που συνοδεύεται από μια επίσης ενδιαφέρουσα και μακροσκελή εισαγωγή. Πολύ κατατοπιστικό βιβλίο για όσους ενδιαφέρονται για τον Ρώσικο Ποιητικό Λόγο. Η Άννα Αχμάτοβα, συμπεριλαμβάνεται στο κεφάλαιο Μετά το Συμβολισμό στις σελίδες 159 και εντεύθεν. Χρήσιμη Ανθολογία από έναν μεταφραστή που κατέχει το θέμα και εργάστηκε όπως φαίνεται με μεράκι και κόπο για να φέρει σε πέρας το μεταφραστικό αυτό ρώσικο άθλο.
• Κώστας Σταματίου, Το βιβλίο και ο χρόνος, τόμοι 2, Καστανιώτης 2004. σ.317-319, 321,522,570,860
• Αντρέας Καραντώνης, Ξένη Λογοτεχνία-Φυσιογνωμίες, τ.3ος, Δημ. Παπαδήμα 1979
• Μ Α., Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάνικα, τ.13ος, Πάπυρος 1984, σ.96
• Ιωσήφ Μπρόντσκι, περ. Πλανόδιο τχ.8/Φθινόπωρο 1988, σ.485-488, «Για την Αχμάτοβα»
• Τα Νέα της Μόσχας 29/1/1989, Η εποχή της Αχμάτοβα
• Γιώργος Κακουλίδης, περ. η λέξη τχ.101/1,2,1991,
ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΝΝΑ ΑΧΜΑΤΟΒΑ
Δέξου με
τώρα που η σκιά μου με αφήνει
κι όλο το σώμα μου γίνεται νερό
τα βήματά μου χτυπάνε επάνω σου. 
• Τα Νέα 7/3/1994, Το προφίλ ανήκει στη μεγάλη ποιήτρια Άννα Αχμάτοβα. Το σκίτσο-«μυστήριο»
• Η Καθημερινή 28/7/1994, Λόγια εσωτερικής εξορίας
• Ν.(ίκος) Γ. Ξ.(υδάκης), Η Καθημερινή 26/2/1995, Άννα Αχμάτοβα: Μεγαλείο και πόνος
• Η Καθημερινή 15/6/1995, Πάθος-όραμα: άνθη μέσα στα αγκάθια
• Τα Νέα 18/3/1995, Βιβλιοπαρουσίαση. «Η ωραία και τα τέρατα». Roberta Reeder, Anna Akhmatova, Allison-Busby
• Ι. Α. Παπαγεωργίου, περ. Έλευσις τχ.9-10/1996, Άννα Αχμάτοβα (1889-1966), σ.40-
• Λούλα Κωνσταντινίδου, περ. Νέα Εστία τχ. 1689/15-11-1997, σ.1651-1652, «Μνήμη Άννας Αχμάτοβα. 30 χρόνια από τον θάνατό της»
• Η.Μ.: επιμέλεια, Η Κυριακάτικη Αυγή 5/1/1997, Στο όνομα της ευτυχίας του λαού…
• Τα Νέα 25/8/1998, Νέο Βιβλίο: Η προγραφή της Άννας Αχμάτοβα από τον Στάλιν. «Η καλόγρια μας δέχεται Βρετανούς κατασκόπους»
• Μιχάλης Μητσού, Τα Νέα 20/10/1998, Ο ξένος από το μέλλον
• Κατερίνα Σχινά, Ελευθεροτυπία 11/8/2000, ΑΝΝΑ ΑΧΜΑΤΟΒΑ, Ανθρώπινη, πολύ ανθρώπινη
• Στρατής Πασχάλης: επιλέγει και σχολιάζει, Τα Νέα τχ.79/9-9-2000,
Η Φαίδρα στο ρόλο της Αχμάτοβα
Symbol 2/3/2002, Anna Akhmatova, σ.14
• Κατερίνα Οικονομάκου, περ. Ο Ταχυδρόμος τχ.335/29-7-2006, Άννα Αχμάτοβα, μισή καλόγρια, μισή πόρνη
• Βασίλης Κ. Καλαμαράς: επιμέλεια, Ελευθεροτυπία 22/11/2008,  Ή άγνωστη ελληνική περιπέτεια της οικογένειας Αχμάτοβα
• Ηρώ Νικοπούλου, Εποχή 22/2/2009, Στον απόηχο της συζήτησης για την Άννα Αχμάτοβα
Μεταφράσεις Ποιημάτων της
• Γιάννης Αηδονόπουλος, περ. Καινούργια Εποχή τ. Καλοκαίρι 1956, «Το καλοκαίρι» σ.218
• περ. Φιλολογική Πρωτοχρονιά τ.16/1959, «Ροζάριο», σ.281
• Στέφανος Κατσαμπής, περ. Καινούργια Εποχή τ.19/Φθινόπωρο 1960, «Νιώθω χαρούμενη»/«Πικραμένα Τραγουδάκια»/ «Νυχτερινές συγκεντρώσεις»/ «Γαλάζια Λάκκα», σ. 64
• Τζένη Κολιανδρή(απόδοση),περ. Χριστιανικό Συμπόσιο τ.1/Εστία 1966, Τρία ποιήματα
«Σταύρωση»/ «Η Παναγία του Σμολένσκ»/ «Προσευχή» σ.199-200
• Αλέξανδρος Ι. Νοταράς, περ. Ευθύνη τχ.32/8,1974, Μικρή Επιλογή
• Μίλια Ροζίδη, περ. Ηπειρωτική Εστία τχ. 379-380/11,12,1983, σ.733-
• Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ: μετάφραση-εισαγωγή-σημειώσεις, περ. Ποίηση τ.3/Άνοιξη 1994, σ.115-135
• Γιώργος Κοροπούλης, περ. Ποίηση τ.5/Άνοιξη 1995, Ποιήματα, σ.195-203
• Μαρία Μαύρου, περ. η λέξη τχ.145-146/5,8,1999, «Θαλασσινό Σοννέτο»
• Χάρης Βλαβιανός,  περ. Ποίηση τ.20/Χειμώνας 2002 σ. 121-127
• Γιώργος Τσακνιάς,  περ. Ποίηση τ.21/Άνοιξη-Καλοκαίρι 2003, Εννέα ποιήματα, σ.163-167
• μετάφραση: Άρης Αλεξάνδρου, «Άννα Αχμάτοβα-Ο Μοντιλιάνι που γνώρισα», περ. Εποχές τχ.23/3,1965 σ.62-64
• Δ. Μ., περ. Εποχές 36/4,1966, «Η τέχνη και η επιστήμη στον διεθνή ορίζοντα» σ.368
     Στο επίμετρο του Ρέκβιεμ των εκδόσεων Άγρα, ο ποιητής Γιώργος Κοροπούλης, σημειώνει μεταξύ των άλλων σκέψεών του για την μετάφραση του έργου και τον ποιητικό λόγο της ποιήτριας, από τον συγγραφέα Άρη Αλεξάνδρου. Ένα ενδομεταφραστικό-κείμενο, που αναφέρεται στο πρόβλημα της μετάφρασης και της ρίμας:
«Είναι γνωστό ότι ο ρώσικος μοντερνισμός δεν απαξίωσε τη ρίμα. Αντιθέτως, την αξιοποίησε: αρκεί να σκεφτούμε τη λύσενκα του Μαγιακόφσκι… Ελάχιστα ποιήματα (και) της Αχμάτοβα είναι γραμμένα στον(κακώς) λεγόμενο «ελεύθερο στίχο», ουσιωδέστερη ελευθερία της εξασφάλιζε, ας πούμε, το ντολ’ νικ (στίχος με τέσσερις τονισμένες συλλαβές και άλλοτε άλλον αριθμό άτονων) που υπήρξε αρχικά-κι από μιαν άποψη, πάντοτε-ο θεμέλιος λίθος της……».
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος,
Πρώτη γραφή, σήμερα, Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016, μερικές μέρες πριν συμπληρωθούν 50 χρόνια από την κοίμηση της ποιήτριας Άννας Αχμάτοβα.
Πειραιάς, 28/2/2016